Α. Τον τελευταίο καιρό πολύς λόγος γίνεται για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Πριν λίγους μήνες όλοι δεχθήκαμε καταιγισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών (πολλές φορές εσφαλμένως) για χορήγηση συναίνεσης, ενημέρωση για την προστασία δεδομένων κλπ. Αυτό έγινε διότι πρόσφατα εφαρμόσθηκε ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός που ρυθμίζει αναγκαστικά και κατά τρόπο ενιαίο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Βεβαίως, το νομοθετικό πλέγμα προστασίας δεν έχει εισαχθεί τελευταία στην Ελλάδα, αντιθέτως ισχύει πάνω από 20 χρόνια.
Προσωπικό δεδομένο είναι κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε και περιγράφει ένα άτομο, όπως: στοιχεία αναγνώρισης (ονοματεπώνυμο, ηλικία, κατοικία, επάγγελμα, οικογενειακή κατάσταση κλπ.), φυσικά χαρακτηριστικά, εκπαίδευση, εργασία (προϋπηρεσία, εργασιακή συμπεριφορά κλπ), οικονομική κατάσταση (έσοδα, περιουσιακά στοιχεία, οικονομική συμπεριφορά), ενδιαφέροντα, δραστηριότητες, συνήθειες. Το άτομο (φυσικό πρόσωπο) στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ονομάζεται υποκείμενο των δεδομένων.
Η προστασία των προσωπικών δεδομένων ισχύει για όλα τα φυσικά πρόσωπα, χωρίς εξαιρέσεις. Στην περίπτωση των δημοσίων προσώπων υφίσταται παρέκκλιση σε σχέση με τον βαθμό και το είδος προστασίας, σε σχέση με του ιδιώτες, όπως θα αναφερθεί παρακάτω.
Ως Δημόσια πρόσωπα (κατά το ΕΔΔΑ) νοούνται τα πρόσωπα που κατέχουν κάποια δημόσια θέση ή/και χρησιμοποιούν δημόσιο χρήμα ή ακόμα και όλοι όσοι διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στη δημόσια ζωή είτε την πολιτική, την οικονομική, την καλλιτεχνική, την κοινωνική, την αθλητική ή οποιουδήποτε άλλου τομέα της δημόσιας ζωής.
Τα πρόσωπα αυτά ασκούν κάποια δραστηριότητα που αφορά το κοινωνικό σύνολο, με αποτέλεσμα ο βαθμός προστασίας των προσωπικών δεδομένων τους να υποχωρεί, για χάρη της δημόσιας τάξης, υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και λόγω του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος του κοινού είτε για την προστασία της έννομης τάξης συνολικά. Παράλληλα διαπιστώνεται ότι τα πρόσωπα αυτά χρήζουν αυξημένης προστασίας των προσωπικών τους δεδομένων, τόσο εξαιτίας των συχνών επεμβάσεων στην προσωπικότητά τους, όσο και του γεγονότος ότι τα πρόσωπα αυτά δύναται να στοχοποιούνται και για λόγους πολιτικής αντιπαράθεσης. Σε γενικές γραμμές όταν μία πληροφορία είναι δημόσιου ενδιαφέροντος και δεν άπτεται κατά αποκλειστικότητα στη σφαίρα του ιδιωτικού βίου, κατ’ αρχήν δεν απαγορεύεται επεξεργασία αυτής. Σημαντικό όμως είναι να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. Πρώτ’ απ’ όλα, χρειάζεται να γίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση μια στάθμιση για το αν και κατά πόσον η προσβολή της ιδιωτικής ζωής εξυπηρετεί ή όχι το θεμιτό δικαίωμα ενημέρωσης.
Το ερώτημα που γεννάται είναι: Μήπως τα πολιτικά πρόσωπα, διαθέτουν έναν πυρήνα ιδιωτικής ζωής ο οποίος βρίσκεται στο απυρόβλητο της δημοσιογραφικής αποκάλυψης και της δημόσιας κριτικής; Μήπως, δηλαδή, ακόμη και όσοι βρίσκονται εξ ορισμού στο επίκεντρο του εύλογου ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης δικαιούνται μιας σφαίρας ιδιωτικού απορρήτου;
Εξάλλου, στην υπόθεση Προφιούμο, που συντάραξε την Αγγλία το 1963 και επέσπευσε τότε την πτώση του Συντηρητικού Κόμματος, η σχέση του ομώνυμου υπουργού Αμύνης με την Κριστίν Κίλερ δεν θα προκαλούσε ενδεχομένως τόσο θόρυβο αν δεν αποδεικνυόταν ότι η τελευταία συντηρούσε ταυτόχρονα ερωτικό δεσμό με τον στρατιωτικό ακόλουθο της σοβιετικής πρεσβείας στο Λονδίνο, εν μέσω Ψυχρού Πολέμου.
Έτσι, προκύπτει ότι η σφαίρα του ιδιωτικού απορρήτου των εν στενή εννοία δημόσιων προσώπων δεν έχει σταθερά όρια, τα οποία μπορούν εκ των προτέρων να καθορισθούν με νόμο ή άλλους κανόνες δεοντολογίας.
Έχει υποστηριχθεί ότι ακόμα και αν πρόκειται για παρανόμως κτηθείσες πληροφορίες από τρίτο[6] μπορούν να δημοσιευθούν από το δημοσιογράφο, εφόσον δεν εμπλέκεται στη συλλογή, όταν η ανάγκη για ενημέρωση είναι υπέρτερη του συμφέροντος του προσώπου για μη δημοσίευσή τους. Όμως με βάση το γράμμα του νόμου παράνομες στην κτήση τους πληροφορίες ακόμα και αν συντρέχει κάποια εκ των περιπτώσεων του άρθρου 5 ή 7 του ν. 2472/97, δηλαδή όταν αφορούν πρόσωπα επικαιρότητας, και αυτές δεν έχουν συλλεγεί από το δημοσιογράφο δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Στην περίπτωση πολύ σοβαρού λόγου υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος κατ’ άρθρο 25 ΠΚ (κατάσταση ανάγκης) όπως αποκάλυψη ενός σοβαρού εγκλήματος ή γεγονότος μεγάλης σημασίας για το δημόσιο συμφέρον οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να τύχουν επεξεργασίας και έτσι να δικαιολογηθεί η εισβολή στην ιδιωτική σφαίρα του ατόμου.
Επίσης, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η φερόμενη παράνομη καταγραφή συνομιλιών που ενήργησε υπουργός στον διοικητή της ΤτΕ. Σχετικά, ποινή φυλάκισης έως και 10 χρόνια προβλέπει ο νόμος σχετικά με την παράνομη καταγραφή συνομιλιών.
Περαιτέρω, η δημοσίευση καθώς και η αναδημοσίευση αυτούσιων αποσπασμάτων ιδιωτικής-εμπιστευτικής επιστολής ανώτατου δικαστικού λειτουργού σχετιζόμενης με την αισθηματική και ερωτική του ζωή σε ιστοσελίδα ενημερωτικού χαρακτήρα και η αναπαραγωγή τους σε ιστοσελίδες και στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, είναι παράνομη, αποφάνθηκε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με αφορμή τη δημοσιοποιήσει υποκλαπέντων προσωπικών μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Σύμφωνα με την Αρχή απαγορεύεται και η δημοσιοποίηση του ονόματος και των πληροφοριών που αναφέρονται στα επίμαχα υποκλαπέντα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Ειδικότερα, η Αρχή, ενεργώντας αυτεπαγγέλτως εξέτασε εάν και σε ποιο μέτρο υπήρξε παραβίαση της νομοθεσίας για την προστασία των προσωπικών δεδομένων από τη δημοσιοποίηση μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του εν λόγω ανωτάτου δικαστικού σε δημοσιεύματα εφημερίδων και αναρτήσεις σε ιστοσελίδες στο διαδίκτυο.
Επίσης, αντίκειται στις διατάξεις του ν. 2472/1997 η δημοσιοποίηση του ονόματός του και των πληροφοριών που αναφέρονται στα εν λόγω υποκλαπέντα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ακόμα και χωρίς την αυτούσια παράθεσή τους.
Μία σημαντική επισήμανση σ’ αυτό το σημείο είναι ότι παραβίαση των προσωπικών δεδομένων δεν έχουμε μόνο όταν κατονομαστεί το πρόσωπο κατά της προσωπικότητας του οποίου βάλλουμε, αλλά και όταν από τα λεγόμενά – δημοσιεύσεις μας μπορεί να ταυτοποιηθεί αυτό το πρόσωπο.
Συνοψίζοντας, ιδιωτικότητα στα δημόσια πρόσωπα σαφώς και υφίσταται. Είναι όμως σαφώς πιο περιορισμένη σε σχέση με τους ιδιώτες. Τα ακριβή της όρια προδιαγράφονται κατά περίπτωση με βάση την αρχή της αναλογικότητας. Κρίσιμο είναι το εάν και κατά πόσο το υπό κρίση προσωπικό δεδομένο ασκεί επιρροή ουσίας στη σφαίρα του προσώπου που σχετίζεται με την άσκηση δημόσιας εξουσίας, κατά τρόπο ώστε η ανάγκη δημοσιοποίησης να αποτελεί υπέρτερο αγαθό σε σχέση με το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα.
Β. Ένα ενδιαφέρον και σημαντικό ζήτημα είναι η νομιμότητα της πολιτικής επικοινωνίας με τους πολίτες. Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα έχει εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων με σκοπό την επικοινωνία πολιτικού χαρακτήρα.
Γενικές αρχές
Πολιτική είναι η επικοινωνία που πραγματοποιείται για την προώθηση πολιτικών ιδεών, προγραμμάτων δράσης ή άλλων δραστηριοτήτων με σκοπό την υποστήριξή τους και τη διαμόρφωση πολιτικής συμπεριφοράς. Η πολιτική επικοινωνία μπορεί να πραγματοποιείται με ποικίλους τρόπους, όπως η άμεση παρουσίαση των πολιτικών ιδεών ή η συμπερίληψή τους σε ενημερωτικό δελτίο, η πρόσκληση ανάγνωσής τους σε ιστοσελίδα ή η πρόσκληση συμμετοχής σε κάποια εκδήλωση ή δραστηριότητα.
Η πολιτική επικοινωνία ενδιαφέρει από την άποψη της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, εφόσον οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται προϋποθέτουν επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, όπως ονοματεπωνύμων, ταχυδρομικών διευθύνσεων, τηλεφωνικών αριθμών, διευθύνσεων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Πραγματοποιείται σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο, προεκλογική ή μη.
Τα πρόσωπα αυτά καθίστανται υπεύθυνοι επεξεργασίας, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, άρθρο 4, παρ. 7) εφόσον ορίζουν το σκοπό και τον τρόπο της επεξεργασίας. Ακόμα κι αν τα δεδομένα που λαμβάνει ο υποψήφιος δεν έχουν αρχικώς συλλεχθεί και τα επεξεργάζεται για προσωπική του πολιτική επικοινωνία, καθίσταται και αυτός υπεύθυνος επεξεργασίας. Έτσι, κάθε στιγμή πρέπει να μπορεί να αποδεικνύει την τήρηση των υποχρεώσεών του και των κανόνων επεξεργασίας.
Στις περιπτώσεις που μέρος της επεξεργασίας ανατίθεται σε εκτελούντα την επεξεργασία, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, (άρθρο 4, παρ. 8), π.χ. στην εταιρεία που αναλαμβάνει την αποστολή των επιστολών ή των ηλεκτρονικών μηνυμάτων SMS, ο εκτελών έχει επίσης τις προβλεπόμενες από τον Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 υποχρεώσεις.
Πολιτική επικοινωνία μέσω ηλεκτρονικών μέσων χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση
Περιλαμβάνονται τα ακόλουθα μέσα:
(α) Σύντομα γραπτά μηνύματα (SMS) και μηνύματα πολυμέσων (MMS)
(β) Μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail)
(γ) Ηλεκτρονικά μηνύματα που αποστέλλονται μέσω εφαρμογών ανταλλαγής μηνυμάτων υπηρεσιών «της κοινωνίας των πληροφοριών» π.χ Viber, Whatsapp, Skype, Facebook Messenger, FaceΤime, κτλ
(δ) Επικοινωνία μέσω τηλεομοιοτυπίας (φαξ)
(ε) Αυτόματες τηλεφωνικές κλήσεις, κατά τις οποίες με την αποδοχή της κλήσης ακούγεται μαγνητοφωνημένο μήνυμα
(στ) Φωνητικά μηνύματα που αποθηκεύονται μέσω υπηρεσίας αυτόματου τηλεφωνητή
Όταν η πολιτική επικοινωνία πραγματοποιείται με χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, μέσω δημοσίων δικτύων επικοινωνίας, η επικοινωνία προϋποθέτει, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 ν. 3471/2006, όπως ισχύει, την προηγούμενη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων.
Επιτρέπεται η πολιτική επικοινωνία με χρήση ηλεκτρονικών μέσων χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων μόνο εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Tα στοιχεία επικοινωνίας έχουν αποκτηθεί νομίμως στο πλαίσιο προηγούμενης, παρόμοιας επαφής με τα υποκείμενα των δεδομένων, και το υποκείμενο κατά τη συλλογή των δεδομένων ενημερώθηκε για τη χρήση τους με σκοπό την πολιτική επικοινωνία και δεν εξέφρασε αντίρρηση για αυτή τη χρήση. Η προηγούμενη επαφή δεν είναι απαραίτητο να έχει αμιγώς πολιτικό χαρακτήρα, Π.χ. είναι νόμιμη η αποστολή μηνυμάτων όταν τα στοιχεία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου συλλέχθηκαν στο πλαίσιο προηγούμενης πρόσκλησης για συμμετοχή σε κάποια εκδήλωση ή δράση, ανεξαρτήτως του πολιτικού χαρακτήρα της. Αντιθέτως, δεν θεωρείται ότι συνιστά παρόμοια επαφή και δεν είναι νόμιμη η χρήση των ηλεκτρονικών στοιχείων επικοινωνίας προς το σκοπό της πολιτικής επικοινωνίας όταν τα στοιχεία αυτά αποκτήθηκαν στο πλαίσιο επαγγελματικής σχέσης, όπως για παράδειγμα η χρήση του αρχείου πελατών από υποψήφιο βουλευτή. (β) O υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων τη δυνατότητα να ασκεί το δικαίωμα αντίρρησης με τρόπο εύκολο και σαφή, και αυτό σε κάθε μήνυμα πολιτικής επικοινωνίας.
Σημειώνεται ότι η σχέση φίλου ή ακολούθου σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης δικαιολογεί την αποστολή ενός πρώτου μηνύματος μέσω του οποίου ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποψήφιος ή κόμμα, κατόπιν σχετικής ενημέρωσης, μπορεί να ζητήσει τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων για τη λήψη προσωπικών μηνυμάτων πολιτικού περιεχομένου δια του ίδιου μέσου κοινωνικής δικτύωσης.
Σε κάθε επικοινωνία απαιτείται να αναφέρεται ευδιάκριτα και σαφώς η ταυτότητα του αποστολέα ή του προσώπου προς όφελος του οποίου αποστέλλεται το μήνυμα, καθώς επίσης και μια έγκυρη διεύθυνση στην οποία ο αποδέκτης του μηνύματος μπορεί να ζητεί τον τερματισμό της επικοινωνίας.
Πολιτική επικοινωνία μέσω τηλεφωνικών κλήσεων με ανθρώπινη παρέμβαση
Η πολιτική επικοινωνία μέσω τηλεφωνικών κλήσεων με ανθρώπινη παρέμβαση επιτρέπεται με συγκατάθεση των υποκειμένων (άρθρο 6, παρ. 1 α) του ΓΚΠΔ) για την επεξεργασία δεδομένων τους για το συγκεκριμένο σκοπό.
Οι τηλεφωνικές κλήσεις πολιτικού περιεχομένου με ανθρώπινη παρέμβαση που πραγματοποιούνται μέσω δημοσίων δικτύων επικοινωνιών επιτρέπονται και χωρίς συγκατάθεση του υποκειμένου, εκτός αν ο καλούμενος έχει προηγουμένως δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να δέχεται τέτοιες κλήσεις (σύστημα «opt-out»), σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 3471/2006, όπως ισχύει.

Σύμφωνα με το σύστημα «opt-out», τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μπορούν να απευθύνουν τις αντιρρήσεις τους, όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων τους, είτε ειδικά, απευθείας στον υπεύθυνο επεξεργασίας, είτε γενικά, μέσω της εγγραφής τους στον ειδικό κατάλογο συνδρομητών του εκάστοτε παρόχου τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, (άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 3471/2006, όπως ισχύει). Ο συνδρομητής μπορεί να δηλώσει ατελώς στον δικό του πάροχο ότι δεν επιθυμεί να λαμβάνει τηλεφωνήματα για απευθείας εμπορική προώθηση. Ο κάθε πάροχος υποχρεούται να τηρεί δημόσιο μητρώο με αυτές τις δηλώσεις (μητρώο «opt-out»), στο οποίο έχει πρόσβαση όποιος ενδιαφέρεται να το χρησιμοποιήσει για πολιτική επικοινωνία.
Για την πολιτική επικοινωνία μέσω τηλεφωνικών κλήσεων με ανθρώπινη παρέμβαση οι υπεύθυνοι επεξεργασίας πρέπει να λαμβάνουν από όλους τους παρόχους επικαιροποιημένα αντίγραφα των μητρώων του άρθρου 11 του ν. 3471/2006 και να εξασφαλίζουν ότι έχουν διαθέσιμες τις δηλώσεις των συνδρομητών που έχουν πραγματοποιηθεί έως τριάντα ημέρες πριν από την πραγματοποίηση της τηλεφωνικής κλήσης.
Πολιτική επικοινωνία μέσω ταχυδρομείου
Νομική βάση για την πολιτική επικοινωνία μέσω ταχυδρομείου μπορεί να αποτελέσει:
(α) Η συγκατάθεση των υποκειμένων (άρθρο 6, παρ. 1 α) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679) για την επεξεργασία δεδομένων τους για το συγκεκριμένο σκοπό. Βλέπε σχετικά ανωτέρω κεφάλαιο 5 «Συγκατάθεση υποκειμένου για πολιτική επικοινωνία». (β) Tο έννομο συμφέρον του υπευθύνου επεξεργασίας (άρθρο 6, παρ. 1 στ) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679) εφόσον πρόκειται για απλά δεδομένα τα οποία προέρχονται από νόμιμες πηγές, δηλαδή συλλέχθηκαν με νόμιμο τρόπο και η χρήση τους δεν είναι ασυμβίβαστη με το σκοπό της πολιτικής επικοινωνίας.
Τέτοιες πηγές είναι οι εξής:
(α) Οι δημόσια προσβάσιμοι κατάλογοι, τηλεφωνικοί (π.χ. ο κατάλογος του ΟΤΕ), επαγγελματικοί κατάλογοι (π.χ. ο Χρυσός Οδηγός), οι κατάλογοι εμπορικών εκθέσεων καθώς και μητρώα που καθίστανται εκ του νόμου δημόσια προσβάσιμα (π.χ. το Γενικό Εμπορικό Μητρώο σύμφωνα με τα άρθρα 5 παρ. 9 και 16 παρ. 1, όπως ισχύουν, ν. 3419/2005). Δεν θεωρούνται δημόσια προσβάσιμοι κατάλογοι, αυτοί που έχουν συγκροτηθεί χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ακόμα και αν είναι διαθέσιμοι μέσω του διαδικτύου (π.χ. κατάλογοι με στοιχεία επικοινωνίας που έχουν συλλεχθεί χωρίς τη συγκατάθεση των υποκειμένων). (β) Οι εκλογικοί κατάλογοι αποτελούν νόμιμη πηγή σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 5 και 6 ν.32623/1998 και το άρθρο 23 του κωδικοποιητικού π.δ. 96/2007 υπό τις εξής κατά νόμο προϋποθέσεις: Τα κόμματα λαμβάνουν πλήρη σειρά των εκλογικών καταλόγων, οι βουλευτές, ευρωβουλευτές, κάτοχοι αιρετών θέσεων στην τοπική αυτοδιοίκηση και οι υποψήφιοι λαμβάνουν απόσπασμα για την εκλογική περιφέρεια, στην οποία έχουν εκλεγεί ή είναι υποψήφιοι. Οι κατάλογοι χορηγούνται αποκλειστικώς για εκλογική χρήση ενώ η παραχώρηση και η χρήση τους για άλλο σκοπό ή από οποιονδήποτε τρίτο απαγορεύεται. Κατά συνέπεια, α) απαγορεύεται η διαβίβαση των εκλογικών καταλόγων ή των αποσπασμάτων τους σε τρίτα πρόσωπα και β) επιβάλλεται η καταστροφή τους σε εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο να μην υπερβαίνει τους τρεις μήνες μετά τη λήξη της προεκλογικής περιόδου.
Ακόμη και όταν τα προσωπικά δεδομένα προέρχονται από νόμιμες πηγές ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει πριν από την πραγματοποίηση της πολιτικής επικοινωνίας να συμβουλεύεται το μητρώο του άρθρου 13 παρ. 3 ν. 2472/1997, το οποίο τηρεί η ΑΠΔΠΧ, και στο οποίο εγγράφονται όσα πρόσωπα δεν επιθυμούν τα στοιχεία τους να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας για διαφημιστικούς σκοπούς μέσω ταχυδρομείου.
Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, στο πλαίσιο της ικανοποίησης του δικαιώματος διαγραφής του άρθρου 17 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, οφείλει να παρέχει στα υποκείμενα των δεδομένων σε κάθε ενέργεια πολιτικής επικοινωνίας με ταχυδρομική επιστολή τη δυνατότητα εναντίωσης στη λήψη της επικοινωνίας κατά τρόπο απλό και πρόσφορο.
Συγκατάθεση υποκειμένου για πολιτική επικοινωνία
Η συγκατάθεση πρέπει να παρέχεται με σαφή θετική ενέργεια η οποία να συνιστά ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητή και εν πλήρει επιγνώσει ένδειξη της συμφωνίας του υποκειμένου των δεδομένων υπέρ της επεξεργασίας των δεδομένων που το αφορούν.

Η δήλωση της συγκατάθεσης, για να είναι νόμιμη, μπορεί να παρέχεται ως εξής:
(α) Η έγγραφη δήλωση συγκατάθεσης μπορεί να γίνεται μέσω της συμπλήρωσης ειδικού εντύπου, π.χ. κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων ή στο πλαίσιο λειτουργίας των πολιτικών γραφείων των υποψηφίων βουλευτών κατά την προεκλογική περίοδο, το υποκείμενο των δεδομένων συμπληρώνει το έντυπο και το παραδίδει επί τόπου ή αποστέλλει το σχετικό έντυπο μέσω ταχυδρομείου ή τηλεομοιοτυπίας.
(β) Η ηλεκτρονική δήλωση της συγκατάθεσης μπορεί να πραγματοποιείται π.χ. μέσω της εγγραφής των υποκειμένων των δεδομένων σε ιστοσελίδα που διατηρεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας, ή με τη συμπλήρωση ειδικού ηλεκτρονικού εντύπου και αποστολή του μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Σχετικά με τις προδιαγραφές νόμιμης δήλωσης της συγκατάθεσης ενός συνδρομητή ή χρήστη με ηλεκτρονικά μέσα για τη λήψη ηλεκτρονικής επικοινωνίας, στο πλαίσιο του άρθρου 11 του ν. 3471/2006, η Αρχή έχει εκδώσει την Οδηγία 2/20112, στην οποία περιλαμβάνονται και αναλυτικά παραδείγματα. Στη περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητά από νόμιμο αποδέκτη να προωθήσει πολιτική επικοινωνία σε τρίτα πρόσωπα ή απευθύνει μήνυμα σε νόμιμο αποδέκτη του οποίου τα στοιχεία του γνωστοποιήθηκαν από τρίτο πρόσωπο, τότε θα πρέπει να τηρούνται τα προβλεπόμενα από το άρθρο 8 της Οδηγίας 2/2011.
Συμπερασματικά, η τήρηση των όρων και προϋποθέσεων πολιτικής επικοινωνίας με τους πολίτες είναι κομβική, για δύο κυρίως λόγους: α) ορθό πολιτικά είναι η απομείωση της πιθανότητας να εκτεθεί ο υποψήφιος από, έστω ακούσιες, παραβιάσεις της νομοθεσίας, έναντι των πολιτών αλλά και των πολιτικών αντιπάλων που θα μπορούσαν να κεφαλαιοποιήσουν αυτές, β) επί της ουσίας, ο αιρετός άρχων, ως δηνόσιο πρόσωπο, θα αποδεικνύει εμπράκτως τη συμμόρφωσή του με τους νόμους.