Ομιλία στο Forum της Ένωσης Δημάρχων
Πόρτο Χέλι, 3-5/9/2021

Θέμα: «200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821- Ευκαιρία αναστοχασμού της ιστορίας και οραματισμού για το μέλλον»

Εκλεκτοί παριστάμενοι
Αγαπητοί συνάδελφοι και φίλοι.
Φέτος τιμούμε τα διακόσια χρόνια από το σπουδαιότερο και ενδοξότερο γεγονός της νεοελληνικής ιστορίας, την Επανάσταση του 1821 για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.
Και στη σκέψη μου έρχεται ξανά και ξανά και με συγκινεί ο στίχος από το υπέροχο ποίημα του Ανδρέα Κάλβου «Ωκεανός»: «Την γην μου συ ενθυμήθηκες, ω Ελευθερία!»
Είναι γεγονός, πως κάθε επέτειος, όπως συμβαίνει και με κάθε γενέθλια ημερομηνία,είναι πάντοτε μια ευκαιρία, αλλά και μια πρόκληση για εκείνον που την γιορτάζει. Γιατί τον καλεί να κάνει αναδρομή στην πορεία του, να αξιολογήσει τα θετικά και τα αρνητικά της σημεία και να χαράξει το μέλλον του.

Και είναι ίσως η πρώτη φορά, στη μακρά διαδρομή των διακοσίων ετών, που η επέτειος μας δίνει την ευκαιρία για σοβαρό αναστοχασμό και κριτική ενδοσκόπηση σε σχέση με την πολιτική κοινωνία, την οποία δημιούργησαν οι αγωνιστές του 1821 με το αίμα και τις θυσίες τους και την παρέδωσαν στο ελληνικό έθνος ως ακοίμητο φρουρό της ελευθερίας του.
Μπορεί η συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση να μας στέρησε τη χαρά της γιορτής, αλλά δεν αναιρείται το γεγονός πως στα 200 χρόνια μετά την Επανάσταση, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες καλούμαστε συνετά και με την δέουσα προσοχή και επαναπροσέγγιση, να εκμεταλλευθούμε την ευκαιρία που μας δίνει αυτή η επέτειος για να απαντήσουμε στην πρόκληση του απολογισμού και του οραματισμού για το κοινό μας μέλλον.
Ας αναστοχαστούμε λοιπόν το παρελθόν για να οδηγηθούμε στο καλύτερο μέλλον…

Είναι γνωστό σε όλους πως ξεκίνησε ο δύσβατος δρόμος για την απελευθέρωση και πώς «μπήκε η σπίθα» για αυτόν τον πόλεμο, που όπως είπε ο Κολοκοτρώνης «εσχέτισεν όλους τους Έλληνες» Ο Διαφωτισμός, η παιδεία και η γνώση για το ελληνικό κλασσικό παρελθόν,με συμμάχους τη θρησκεία, την οικογένεια και την Ορθοδοξία ήταν οι κινητήριες δυνάμεις.
«Ευθύς όπου κανένας άνθρωπος από τον λαό εμάνθανε τα κοινά γράμματα και έβλεπε ποιους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί, μας ήλθε εις τον νου να τους μιμηθούμε και να γίνουμε ευτυχέστεροι», επισημαίνει ο Κολοκοτρώνης στην ιστορική ομιλία του προς τους νέους, στην Πνύκα, το 1838.

Ο Αγώνας που ξεκίνησε το 1821 ήταν μακράς διάρκειας, δύσκολος, σκληρός καιμε πολλές διακυμάνσεις. Το σίγουρο πάντως είναι πως η Ελληνική Επανάσταση δεν ήταν ένα τοπικό, περιφερειακό γεγονός, αλλά αναδείχθηκε σε ευρωπαϊκό και διεθνές γεγονός, εξέλιξη που συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην επιτυχή της έκβαση. Ξένοι και Έλληνες συγκινήθηκαν από τη λαχτάρα για την κατάκτηση της πολυπόθητης ελευθερίας κι έτσι ήρθε η πρώτη εξέγερση που ξέσπασε στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η πρώτη εθνική επανάσταση της Ευρώπης, που οδήγησε στη δημιουργία ενός διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους. Επρόκειτο για τον πρώτο επιτυχημένο πόλεμο ανεξαρτησίας εναντίον αυτοκρατορίας μετά την Αμερικανική Επανάσταση του 1776.

Καθοριστικός ήταν κι ο ρόλος των απανταχού Φιλελλήνων που μάζεψαν χρήματα, επηρέασαν πολιτικές και διπλωματικές αποφάσεις και αγωνίστηκαν για την ανεξαρτησία του ελληνικού λαού. Άλλωστε η Ελληνική Επανάσταση εντάχθηκε στο τότε διεθνές περιβάλλον της εποχής των επαναστάσεων. Το φιλελληνικό κίνημα συνδέθηκε άρρηκτα με άλλους διεθνείς στόχους όπως η διεκδίκηση πολιτικών ελευθεριών στη Γαλλία της Παλινόρθωσης, η εθνική ενότητα στην Ιταλία, αλλά και η κατάργηση της δουλείας στην Αμερική. Οι πρωταγωνιστές του φιλελληνισμού συνδέονταν με όλα αυτά τα κινήματα στις χώρες από τις οποίες εκπορεύθηκε κυρίως το φιλελληνικό κίνημα.

Και στο σημείο αυτό, θα ήθελα ν’ αναφερθώ στο ρόλο της επαναστατημένης Αθήνας κατά την περίοδο 1822-1826. Επειδή όμως το θέμα αυτό θα αναπτύξει, ως κύριος ομιλητής ο φίλος Δήμαρχος Πέτρος Φιλίππου, που είναι και συγγραφέας σχετικού συγγράμματος, θα περιοριστώ σε λίγα μόνο λόγια. Η επανάσταση ξέσπασε στην Αθήνα με κάποια καθυστέρηση, την 25η Απριλίου 1821. Οι άοπλοι Αθηναίοι ζήτησαν τη συνδρομή των ενόπλων και εμπειροπόλεμων χωρικών της Αττικής, οι οποίοι εισέβαλαν και καταδίωξαν τους κατακτητές. Η πλήρης απελευθέρωση της Αθήνας ήρθε ένα χρόνο αργότερα, την 10η Ιουνίου 1822. Οι Αθηναίοι, ελεύθεροι πλέον, έζησαν μια δημιουργική τετραετία 1822-1826 με σημαντικά επιτεύγματα: η φροντίδα για τη μόρφωση των παιδιών, η κοινωνική μέριμνα για την περίθαλψη των χηρών και των ορφανών του Αγώνα, η απονομή Δικαιοσύνης ήταν μερικά από αυτά. Στα 4 μεγάλα τζαμιά και άλλους δημόσιους χώρους στεγάστηκαν σχολεία επιστημών με βοτανικό κήπο, δημόσια βιβλιοθήκη, βουλευτήριο, αστυνομία, νοσοκομείο, μητροπολιτικός ναός. Επίσης, λειτούργησε το πρώτο τυπογραφείο από τον Γερμανό φιλέλληνα Στάινχοπ που εξέδωσε την «Εφημερίδα των Αθηνών». Κι όλα αυτά έως ότου ο πορθητής του Μεσολογγίου Κιουταχής πασάς πολιόρκησε την Ακρόπολη στις 3.8.1826 και την κατέλαβε στις 25.5.1827.

Κλείνοντας την παρένθεση για τον ρόλο της Αθήνας και της Αττικής στην κήρυξη της επανάστασης, επιστρέφω σε μια θεμελιώδη πτυχή της: στην αναγκαιότητα θεμελίωσης συνταγματικής πολιτείας που διατυπώθηκε από τους εξεγερμένους Έλληνες ήδη από τους πρώτους μήνες του Αγώνα. Στο Προσωρινό Πολίτευμα της Επιδαύρου, που ψηφίστηκε την Πρωτοχρονιά του 1822, οι επαναστάτες κήρυξαν, εν ονόματι του ελληνικού έθνους, «την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν». Ένα χρόνο μετά, στον Νόμο της Επιδαύρου, επιβεβαιώνεται η «αμετάθετος απόφασις» όλων των Ελλήνων «να ανεξαρτηθώμεν εντελώς, Έθνος χωριστόν αυτόνομον και ανεξάρτητον αναγνωριζόμενοι, ή με τα όπλα εις τας χείρας όλοι οι Έλληνες να καταβώμεν εις τους τάφους, αλλά Χριστιανοί και ελεύθεροι». Στο Πολιτικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, τον Ιούνιο του 1827, διατυπώνεται ξανά και με σαφήνεια η δημοκρατική αρχή: «Η κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος. Πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού».

Φαίνεται λοιπόν καθαρά, πως οι πρόγονοί μας γνώριζαν καλά ότι η απόλαυση της ελευθερίας προϋποθέτει θεσμούς, εγγυήσεις και κανόνες και πως ελευθερία δεν σημαίνει ασυδοσία. Στα Συντάγματα του Αγώνα οι επαναστάτες αποτύπωσαν όλα όσα συγκροτούν και εγγυώνται την ενότητα και τη συνοχή του έθνους μέχρι σήμερα.
Ελευθερία σημαίνει ανάληψη ευθυνών και αυτό οφείλουμε να το σεβόμαστε και να το κάνουμε πράξη και στις σημερινές σύγχρονες κοινωνίες, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να κληροδοτήσουμε στις γενιές του μέλλοντος μια κοινωνία με πολιτικό πολιτισμό, που θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις σύγχρονες διεθνείς προκλήσεις.

Συνοψίζοντας, πιστεύω ακράδαντα πως το επετειακό έτος που ζούμε αποτελεί για όλους μας την καλύτερη ευκαιρία να ξαναδούμε μαζί το παρελθόν μας, χωρίς παρωπίδες, αυταπάτες και επιφανειακές απλουστεύσεις και να προσπαθήσουμε να κατακτήσουμε όσο μπορούμε την προσωπική και εθνική μας αυτογνωσία. Μέσα από αυτόν τον δρόμο θα μπορέσουμε να ανανεώσουμε τον συλλογικό μας δεσμό ως έθνος και να οραματιστούμε το Αύριο με αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία.

Σας ευχαριστώ,
Θεόδωρος Γεωργάκης, Γενικός Γραμματέας ΕΝΔΑ.